πυοκυανικός

πυοκυανικός
-ή, -ό, Ν
φρ. «πυοκυανικό βακτηρίδιο» — αερόβιο και αναερόβιο αρνητικό κατά Γκραμ βακτηρίδιο που προξενεί διάφορες λοιμώξεις στον άνθρωπο και στα ζώα, οι οποίες χαρακτηρίζονται από τον σχηματισμό πύου πρασινωπού - γαλάζιου χρώματος, αλλ. αεριογόνος ψευδομονάδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. pyocyanique (< πύον + κυανικός). Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στην εφημερίδα Ἑστία].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”